Γιούνκερ και επονείδιστο χρέος
«Οι Ευρωπαίοι γνώριζαν ότι κάποια μέρα η Ελλάδα θα πρέπει να αντιμετωπίσει τη δημοσιονομική κρίση που την έπληξε στις αρχές του χρόνου…» Όποιος διαβάσει με προσοχή αυτή τη δήλωση του τότε επικεφαλής των Υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, τον Οκτώβριο του 2010, αντιλαμβάνεται πλήρως το μέγεθος των ευθυνών που βαρύνουν τους εταίρους μας για τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό της χώρας και την υπερδιόγκωση του χρέους, που οδήγησαν στα δραματικά αποτελέσματα που βιώνουμε μέχρι σήμερα.
Η κυνική επιβεβαίωση αυτής της δήλωσης, ήρθε τέσσερα χρόνια μετά, μόλις πριν από μερικές ημέρες, από τον ίδιο τον κ. Γιούνκερ. Σε συνάντηση που είχε με τους Ευρωπαίους Αντιφεντεραλιστές και μετά από επίμονες ερωτήσεις μου, απροκάλυπτα ομολόγησε ότι πράγματι συζητούσε για την επερχόμενη κρίση στην Ελλάδα με όλους τους Ευρωπαίους αξιωματούχους, γνώριζε για τα τεράστια ποσά που κέρδιζαν Γερμανοί και Γάλλοι από τις εξαγωγές καταναλωτικών προϊόντων και βιομηχανικού εξοπλισμού στη χώρα μας και είχε προειδοποιήσει μάλιστα και τις ελληνικές κυβερνητικές αρχές γι’ αυτό που θα επακολουθούσε.
Το γεγονός, όμως, ότι όλοι ήξεραν και ουδείς έπραξε το παραμικρό για να σταματήσει την πορεία προς τα βράχια, αποδεικνύει περίτρανα το παιχνίδι που παιζόταν στις πλάτες του ελληνικού λαού. Ένα παιχνίδι με όρους δυσβάστακτους, στημένο εξαρχής με τέτοιο τρόπο που εξυπηρετούσε απολύτως τα συμφέροντα του δικομματισμού στην Ελλάδα, των Εποπτικών Αρχών της Ε.Ε. και της πολιτικής και οικονομικής ευρωπαϊκής ελίτ, προκειμένου να αποκομίζουν οικονομικά οφέλη σε βάρος του Έλληνα πολίτη.
Η ιστορία της έντεχνης, καθοδηγούμενης υπερχρέωσης της χώρας, δεν είναι ούτε ξαφνικό ούτε βεβαίως ανεξήγητο φαινόμενο. Έρχεται από μακριά, έχει αιτίες και προφανή στόχο.
Ήδη, με το σκάνδαλο της SIEMENS, η χώρα μπαίνει σε έναν κυκεώνα αποκαλύψεων. Σε συνδυασμό με την αφερεγγυότητα του ελληνικού πολιτικού συστήματος, το ελληνικό δημόσιο φορτώνεται με ένα χρέος, το οποίο εμφανέστατα προέρχεται από σύναψη δανείων ή από χορήγηση εγγυήσεων του δημοσίου για αγορά εξοπλισμού από τη SIEMENS, στην οποία οι εν λόγω προμήθειες ανατέθηκαν παράνομα λόγω μίζας και «μαύρων» ταμείων.
Όμως και στη συνέχεια, με την ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωζώνη, οι ενέργειες των εποπτικών αρχών της Ε.Ε. ήταν εξίσου έκνομες. Μολονότι γνώριζαν ότι η χώρα μας παραβιάζει τα κριτήρια δημοσιονομικής πειθαρχίας του Συμφώνου Σταθερότητας και του Μάαστριχτ, εντούτοις έκλειναν τα μάτια, προκειμένου να μην ζημιωθούν οι ίδιοι οικονομικά.
Έτσι, με προειλημμένες αποφάσεις, κατέληξε η πατρίδα μας στο ΔΝΤ, στον δήθεν μηχανισμό διάσωσης και υποχρεωθήκαμε να συνάψουμε δάνεια, από το 2010 έως σήμερα, ύψους 214 δισεκατομμυρίων ευρώ, που δεν κατέληξαν βεβαίως, όπως ψευδώς διακήρυσσαν οι θιασώτες των μνημονίων, στην πραγματική οικονομία, αλλά συνετέλεσαν στη φτωχοποίηση του ελληνικού λαού, την παρατεταμένη ύφεση και την ανεργία.
Όλα τα παραπάνω, συναινούν, χωρίς καμία αμφιβολία στο γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού δημόσιου χρέους (συμπεριλαμβανομένων και των χρεών λόγω του σκανδάλου της SIEMENS και των λοιπών παράνομων αναθέσεων σε άλλες γερμανικές και μη επιχειρήσεις) αποτελεί «επαχθές ή επονείδιστο χρέος» και εξ’ αυτού παράνομο. Για το λόγο αυτό, η ελληνική πλευρά, όχι μόνο έχει κάθε δικαίωμα αλλά και εθνική υποχρέωση να προχωρήσει στη μονομερή διαγραφή του.
Ανίερες συμμαχίες των μνημονιακών δυνάμεων, που ευθύνονται για το δυσβάστακτο χρέος της Ελλάδας, με σκοπό τη διατήρηση των κεντρικών θέσεων σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν μπορούν να γίνουν δεκτές. Αδιάψευστος μάρτυρας των υπόγειων μεθοδεύσεων είναι η άθροιση των δυνάμεων του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος και του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος για να υπερψηφίσουν ως Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου τον, αποσυρθέντα από τη διεκδίκηση της θέσεως του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κ. Σουλτς, προκειμένου στη συνέχεια να εκλέξουν στο τιμόνι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής τον κ. Γιούνκερ. Κατόπιν τούτου, η καταψήφιση εκ μέρους μου του κ. Γιούνκερ ήταν απολύτως συνειδητή πράξη εθνικής ευθύνης.
Η εκ του πονηρού συνέχιση της ίδιας αδιέξοδης, καταστροφικής πολιτικής με πρακτικές που αποτελούν αλισβερίσι προνομίων, είναι ευθεία βολή στη δημοκρατική υπόσταση της Ευρώπης των λαών. Μια Ευρώπη που πρέπει επειγόντως να αλλάξει αν θέλει να αποκτήσει και πάλι την χαμένη αξιοπιστία της και να εγκαθιδρύσει σχέσεις εμπιστοσύνης με τα εκατομμύρια των πολιτών της.